Ένα ζήτημα που έχουμε πολλές φορές καταγράψει πρόβλημα είναι η αδυναμία της ελληνόφωνης κριτικής να δει πίσω από τις λέξεις και να ορίσουμε έναν νέο ποιητικό λόγο που θα εξετάζει το έργο ως κατάθεση ιδεών στη δημόσια σφαίρα. Χαρακτηριστική ως προς αυτό είναι η περίπτωση του νέου βιβλίου του Παναγιώτη Γκούβερη, Μπαμπά σου λείπω; με τον υπότιτλο Ιστορίες με αφορμή τη γονική αποξένωση (Θίνες, 2025), που πραγματεύεται όχι το ζήτημα των διαζυγίων, όπως είδε η κριτική, αλλά της απόδοσης επιμέλειας των ανηλίκων στις μητέρες. Ήδη από τον τίτλο του βιβλίου ο αναγνώστης και η αναγνώστρια λίγο πολύ αντιλαμβάνονται το περιεχόμενο.
Αν και το βιβλίο αξιοποιεί με πραγματικά ευφάνταστο λόγο την οπτική των παιδιών, δεν ξεφεύγει από την αρσενική μονομερή οπτική. Η αριστοτεχνική γραφή του Γκούβερη, που παρακολουθούμε από χρόνια, φέρνει στην επιφάνεια την παιδική εμπειρία από άσχημα διαζύγια (και μόνο). Ωστόσο, μας υποχρεώνει να θέσουμε μια σειρά προβληματισμών για τον αρσενικό λόγο κυριαρχίας που στρέφεται και κατά του διαζυγίου (βλ. σελ. 89), ως οντολογική κοινωνική συνθήκη, και κατά των γυναικών που ανέλαβαν την επιμέλεια των τέκνων.
Πραγματικοί ήρωες στις ιστορίες του Γκούβερη δεν είναι όμως τα παιδιά, ακόμα και αν εκτίθεται επιφανειακά η δική τους πρωτοπρόσωπη αφήγηση και οπτική εσωτερικής εστίασης, αλλά οι πατέρες που βασανίζονται (βλ. σελ. 73, 83, 86) και πέφτουν θύματα δικαστών και μητέρων, σε ένα δυστοπικό για αυτούς περιβάλλον. Μα έτσι, στα διηγήματα επισημοποιείται η αρσενική μυθολογία περί ‘θυματοποίησης των ανδρών’ (sic). Μάλιστα καθώς τα πρώτα μικροδιηγήματα ορίζουν με σαφήνεια το φύλο του παιδιού (κορίτσι), υποχρεώνουν την αναγνωστική πρόσληψη να εξετάσει το παιδί μόνο ως θηλυκό, αποσιωπώντας τα αγόρια σε διαζευγμένες οικογένειες.
Σε όλο το έργο οι πατέρες είναι τα θύματα εύκολων δικαστικών αποφάσεων (βλ. σελ. 57). Δεν είδαμε όμως καμία αναφορά στα αίτια των διαζυγίων, κάτι που ουσιαστικά στρέφει τα βέλη κατά του θεσμού του διαζυγίου και δεν εξετάζει δυσαρμονίες ή κακοποιητικές συμπεριφορές εντός της οικογένειας. Φαίνεται σαν να ήταν όλα υπέροχα και το διαζύγιο να ήρθε ως κεραυνός εν αιθρία. Μάλιστα πουθενά δεν γίνεται λόγος για διαζύγια κοινή συναινέσει. Αντίθετα, ευθύνες επιρρίπτονται μόνο στις μητέρες μετά το διαζύγιο. Την ίδια στιγμή, σε όλα τα διηγήματα οι πατέρες εμφανίζονται μόνοι. Μόνο ένας πατέρας ξαναπαντρεύτηκε στα μικροδιηγήματα, ενώ οι μητέρες ξαναφτιάχνουν τη ζωή τους (βλ. σελ. 39), έχουν παρέες, συντρόφους κλπ.
Οι γυναίκες εμφανίζονται ως υπεύθυνες για την αποξένωση του γονέα του πατέρα από το παιδί (βλ. σελ. 24, 37, 40, 52). Κρύβουν το παιδί για να μη τον συναντήσει (βλ. σελ. 53, 37) και “βάζουν λόγια” στο κορίτσι κατηγορώντας τον. Χαρακτηριστική είναι η έμφαση που δίνεται στην εκμετάλλευση των παιδιών για τη διατροφή (βλ. σελ. 42), καταγράφοντας περιστατικά με παζάρια κι αξιοποιώντας τα παιδιά ως μέσο εκβιασμού (βλ. σελ. 51, 46) και την πιθανή εμπλοκή της αστυνομίας ή των δικαστικών αρχών, όταν η διατροφή είναι λίγο μικρότερη (βλ. σελ. 50, 86). Πουθενά όμως δεν γίνεται λόγος ότι η διατροφή αφορά το παιδί και δεν δίνεται υποχρεωτικά από τον πατέρα. Στα μικροδιηγήματα, συχνά η διατροφή παρουσιάζεται στην αναγνωστική πρόσληψη ως μέσο βιοπορισμού των πρώην συζύγων (πρβλ. το κυβερνητικό δόγμα περί επιδομάτων που δίνονται σε τεμπέληδες από το κράτος).
Ενίοτε η μάνα είναι προκλητική και γυμνή (βλ. σελ. 67). Μάλιστα η σεξουαλική ζωή της γυναίκας μπαίνει έμμεσα στο επίκεντρο του πεζογραφικού φακού, καθώς κρίνεται κατακριτέο καθώς κατακρίνεται ότι έχει ερωτικές εμπειρίες προ γάμου (βλ. σελ. 71), αν και κάτι τέτοιο φαίνεται ότι δεν αφορά τον άνδρα. Στην πραγματικότητα, οι μάνες στα μικροδιηγήματα της συλλογής, όταν δεν θέλουν το κακό των παιδιών τους για να απελευθερωθούν (βλ. σελ. 79), τα χρησιμοποιούν για να εκδικηθούν τον πατέρα και μόνο. Ωστόσο, σε κανένα κείμενο δεν εντοπίσαμε πατέρα που να κακοποιεί το παιδί του. Βέβαια, ούτε μοιχεία είδαμε ως αιτία διαζυγίου ούτε εγκατάλειψη οικογενειακής εστίας.
Επιλογικά, η περίπτωση του Μπαμπά, σου λείπω; έρχεται να φωτίσει με τον πιο εύγλωττο τρόπο την αδυναμία της σύγχρονης κριτικής να παρέμβει ουσιαστικά στο λογοτεχνικό πεδίο. Η απουσία κριτικής ανάγνωσης που να υπερβαίνει τη θεματολογία και να διεισδύει στους ιδεολογικούς μηχανισμούς της αφήγησης επιτρέπει την εμπέδωση ενός κυρίαρχου αρσενικού λόγου, που όχι μόνο δεν αμφισβητείται, αλλά επιβραβεύεται ως αυθεντική “φωνή των παιδιών”. Στην πραγματικότητα, όμως, πρόκειται για μια αφήγηση που −πίσω από την προσχηματική παιδική εστίαση− αρθρώνει μεθοδικά έναν λόγο κατά των γυναικών και του ίδιου του θεσμού του διαζυγίου. Η κριτική σιωπή απέναντι σε αυτή τη στοχευμένη αφήγηση συνιστά συνενοχή. Όταν η γραφή του πατέρα παρουσιάζεται ως η μόνη έγκυρη φωνή για την παιδική αποξένωση, ενώ οι γυναίκες αποκλειστικά ενοχοποιούνται και στιγματίζονται –ως σεξουαλικά ενεργές, ως χειριστικές μητέρες, ως φορείς της αποξένωσης– τότε η λογοτεχνία παύει να είναι πεδίο αναστοχασμού και μετατρέπεται σε όχημα αναπαραγωγής πατριαρχικών στερεοτύπων. Η απουσία κάθε αναφοράς σε κακοποιητικές συμπεριφορές, σε συναινετικά διαζύγια ή σε πατρικές ευθύνες συγκροτεί μια μονοδιάστατη πραγματικότητα, όπου οι άνδρες εμφανίζονται αποκλειστικά ως θύματα και οι γυναίκες ως θύτες.
Αυτό που προκύπτει τελικά δεν είναι μόνο μια μονόπλευρη αφήγηση, αλλά η επίσημη ενσωμάτωση της ρητορικής των “πατεράδων που αδικήθηκαν” στον λογοτεχνικό κόσμο. Και όσο η κριτική αδυνατεί –ή αρνείται– να αναδείξει τα ιδεολογικά προτάγματα πίσω από τέτοιες αφηγήσεις, τόσο ενισχύεται η κανονικοποίηση ενός λόγου που εργαλειοποιεί τη λογοτεχνία για να επιτεθεί στην αυτονομία των γυναικών και στο δικαίωμά τους να καθορίζουν τη ζωή τους μετά το διαζύγιο. Η κριτική οφείλει να αρθρώνει αντίλογο. Διαφορετικά, απλώς επικυρώνει την επίσημη είσοδο της έμφυλης εχθροπάθειας στο λογοτεχνικό corpus.
Πρώτη Δημοσίευση Περιοδικό Fractal
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου