Παρασκευή 27 Ιουλίου 2018

Κριτική του Κώστα Θερμογιάννη για το "Μην κλαις, ρε Γοργόνα!"

Αν κάτι θα μπορούσε να χαρακτηρίσει αυτό το βιβλίο είναι η δηκτικότητα με την οποία αντιμετωπίζει και περιγράφει την εποχή μας αλλά και το σύγχρονο άνθρωπο! Πολύ μεγάλες δόσεις έξυπνου χιούμορ, το οποίο όμως προκύπτει μέσα από βαθιά γνώση της κοινωνίας, δένουν άρτια με τις έξυπνα καμουφλαρισμένες φιλοσοφικές αναφορές του Παναγιώτη Γκούβερη και δίνουν ένα εκπληκτικό σύνολο τις εφτά ιστορίες που απαρτίζουν το βιβλίο.
Ο συγγραφέας δεν στέκεται στην επιφάνεια των πραγμάτων, δεν αρκείται να περιγράψει απλώς και μόνο όσα βιώνει ο πολίτης αυτής της χώρας σήμερα. Αντίθετα κάνει μια εξαιρετική ενδοσκόπηση στο βάθος και στην ουσία, αγγίζοντας τη φιλοσοφία, την ψυχολογία αλλά και την κοινωνιολογία με την πένα του, χωρίς ούτε μία στιγμή να χαρίζεται ούτε στον εαυτό του αλλά ούτε και στον αναγνώστη.
Αν και δεν συνηθίζουμε σε περιπτώσεις που σε ένα βιβλίο υπάρχουν πολλές ιστορίες να σχολιάζουμε κάποια από αυτές, τούτη τη φορά θα κάνουμε εξαίρεση! Η ομώνυμη με τον τίτλο του βιβλίου ιστορία, που είναι και η πρώτη στη σειρά, είναι ένα κείμενο που δε θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε αλλιώς παρά μόνο ως εκπληκτικό! Μέσα στην αλληγορία του αλλά και την έντονη δηκτικότητά του, ο Παναγιώτης Γκούβερης έχει καταφέρει να κλείσει τον ψυχισμό του σύγχρονου Έλληνα, καταγράφοντας τα καλώς αλλά κυρίως τα κακώς κείμενα στον τρόπο με τον οποίο σκέφτεται κι ενεργεί. Οι πολυσχιδείς αναφορές του, που πάνε κι έρχονται ανάμεσα σε ιστορικά πρόσωπα, τα οποία ως πρότυπα ο συγγραφέας τα έχει απομυθοποιήσει και τα έχει καταστήσει απλούς ανθρώπους με βάσανα και ελαττώματα στα μάτια του αναγνώστη, σε συνδυασμό με την πρωτοπρόσωπη αφήγηση δίνουν ένα εξαίσιο αποτέλεσμα – καταγραφή του σήμερα. Όποιος μελετήσει σε βάθος αυτό το κείμενο θα μπει στη θέση του αφηγητή, θα νιώσει από τη μια απολογούμενος κι από την άλλη απογοητευμένος, όμως, η πένα του συγγραφέα δεν θα αφήσει στον αναγνώστη έντονα τη γεύση της πίκρας, ήδη ο τρόπος της αφήγησης έχει από μόνος τους έντεχνα κρυμμένη κάπου ανάμεσα στις γραμμές, την ελπίδα!
Θα θέλαμε να κάνουμε αναφορά σε όλες τις ιστορίες, αλλά θα μακρηγορούσαμε εις βάρος αυτού του άρθρου που σκοπό έχει να δώσει στον αναγνώστη του τις γενικές μας εντυπώσεις από αυτό το καλογραμμένο βιβλίο. Η γλώσσα του Παναγιώτη Γκούβερη τρέχει, θαρρείς και θέλει να τρέξει σε αγώνες, δεν υπάρχουν κοιλιές στο κείμενο ούτε σημεία που κουράζουν. Οι περιγραφές του είναι έντονα θεατρικές κι εξόχως παραστατικές. Δε διστάζει σε ορισμένα σημεία να γίνει αθυρόστομος για να τονίσει το σκεπτικό του και να δραματοποιήσει τις καταστάσεις που περιγράφει. Ως σύνολο, το βιβλίο «Μην κλαις, ρε Γοργόνα!» είναι ένα από τα πιο ωραία που έχουμε διαβάσει ενώ έχει τη γνωστή εξαιρετική ποιότητα των εκδόσεων Γαβριηλίδη. Αναμένουμε ανυπόμονα τη συγγραφική συνέχεια του Παναγιώτη Γκούβερη!
(πρώτη δημοσίευση στο tovivlio.net )


Γιάννης Τσαρούχης, Ποδηλάτης μεταμφιεσμένος σε τσολιά, 1936.

Παρασκευή 20 Ιουλίου 2018

Χωρισμένα Κάλαντα

Δυο χρόνια  έχω να πω τα κάλαντα.
Ετοιμάζομαι, βρίσκω το τρίγωνο, φοράω κάτι γούνινα στ' αυτιά  και διαλέγω το κίτρινο μπουφάν με τις μεγάλες τσέπες για τα ψιλά. Είμαι γλυκιά, όμορφη και  έχω ωραία φωνή.
Έρχεται η Αφροδίτη απ' το σχολείο να πάμε μαζί. Η Αφροδίτη δεν μπορεί να πει το ρο. Λέει τγίγωνα κάλαντα. Εγώ μπορώ.
Η μαμά μου λέει στην Αφροδίτη ότι έχει κρύο και καλύτερα να μην πάμε. Ύστερα της λέει να έρθει μέσα και την κερνά μπισκότα από ένα μεταλλικό κουτί. Μας δίνει και ένα χάρτινο λεφτό, το μπλε, για να πάρουμε ότι θέλουμε, δεν μαζέψαμε ψιλά αφού.

Άννα θα σε περιμένω να μου πεις τα Κάλαντα ψυχή μου. Έτσι λέει ο μπαμπάς μου. Λέει αλήθεια, περιμένει, τον πιστεύω. Όμως η μαμά λέει πως έχει κρύο.

Θέλω να πάρω τηλέφωνο το μπαμπά να του πω τα κάλαντα, όμως η μαμά λέει πως έχει κρύο.




Παναγιώτης Γκούβερης
(Πρώτη Δημοσίευση στο περιοδικό Ser-free)

Charles Blackman, the Suitor (1960) 

Παρασκευή 6 Ιουλίου 2018

Η Εύα Κουκή για το "Μην κλαις, ρε Γοργόνα!"

Το βιβλίο του Παναγιώτη Γκούβερη απαρτίζεται από επτά αφηγήματα, τα οποία θα μπορούσαμε να πούμε ότι εμπίπτουν σε ένα υβριδικό είδος, αυτό του αφηγηματικού-θεατρικού λόγου. Εγχείρημα δύσκολο αλλά πετυχημένο στην περίπτωση του «Μην κλαις, ρε Γοργόνα!», που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Γαβριηλίδη. Κάποια από αυτά έχουν παρασταθεί και άλλα έχουν αποσπάσει θεατρικά βραβεία. Στο σύνολο τους φτιάχνουν ένα ιδιαίτερο βιβλίο.
Οι ιστορίες του «Μην κλαις, ρε Γοργόνα!» (τίτλος δοσμένος από το πρώτο στη σειρά αφήγημα του βιβλίου) είναι σπαρταριστές, πολύπλευρες και έξυπνες. Με μεγάλες δόσεις χιούμορ και σαρκασμού ο Παναγιώτης Γκούβερης ανασκαλεύει τη σημερινή πραγματικότητα διεισδύοντας στους πόρους  της και πραγματεύεται με ανάλαφρο –πλην ουσιαστικότατο– τρόπο πλείστα σοβαρα ζητήματα. Κοινωνία, οικογενειακές σχέσεις, ανεργία, παιδικός ψυχισμός, νεοελληνική πραγματικότητα, αυτισμός, ενδοοικογενειακή βία. Όλα τα παραπάνω είναι κάποια από τα θέματα που θίγονται στις 117 σελίδες του βιβλίου. Όπως γίνεται αντιληπτό, πρόκειται για θέματα σοβαρά και δύσκολα. Με πυρήνα τα ζητήματα αυτά και με τη γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Παναγιώτης Γκούβερης, γλώσσα άμεση, ωμή και πολυεπίπεδη, υφαίνονται ιστορίες αυτόνομες που παίρνουν σάρκα και οστά μπροστά στον αναγνώστη. Δεν μπορεί, επιπλέον, παρά να επισημανθεί ότι η γλώσσα των αφηγημάτων-θεατρικών κειμένων είμαι μια γλώσσα ρέουσα και καλώς νοούμενη φλυαρούσα. Πρωταγωνιστικό ρόλο στο βιβλίο αυτό έχει το είδος του παραληρηματικού (θεατρικού) μονόλογου που τα ξεσηκώνει όλα στο πέρασμά του, καταφέρνοντας να αρθρώσει αλήθειες της καθημερινής ζωής και πραγματικότητας επιμελώς κρυμμένες. Οι χαρακτήρες των ιστοριών μιλούν, σκέφτονται, εκφράζονται χωρίς ενοχές, διαμαρτύρονται, εξομολογούνται, ελπίζουν. Είναι πρόσωπα του εδώ και του τώρα, άνθρωποι της καθημερινότητας. Έχουν τα προβλήματά τους, τα τραύματά τους, τις πληγές τους που δεν κλείνουν. Μέσα στις λίγες σελίδες του κάθε αφηγήματος σκιαγραφούνται εις βάθος χαρακτήρες ρεαλιστικοί. Ο συγγραφέας με μεγάλη μαστοριά απομονώνει τον καθένα, του δίνει τον λόγο για να μιλήσει και αφήνει έπειτα το αναγνώστη να ανακαλύψει λίγο λίγο το υπόστρωμά τους (και ίσως ακόμα να ταυτιστεί στα σημεία μαζί τους) και να έρθει σε επαφή με τον ψυχισμό τους.
Το «Μην κλαις, ρε Γοργόνα!» είναι ένα βιβλίο για το σήμερα, για τους ανθρώπους και για τη ζωή. Καθώς οι ιστορίες του προχωράνε, ο αναγνώστης εισέρχεται όλο και περισσότερο στη γραφή του Παναγιώτη Γκούβερη και εισπράττει τα πολλαπλά νοήματά της. Αξιανάγνωστο!
(Πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό tetragwno.gr)

Πέμπτη 5 Ιουλίου 2018

Τολμώντας τα δύσκολα


Η κριτική ματιά της Μαρίας Λιάκου στο "Μην κλαις ρε, Γοργόνα!" 


Πρόκειται για μία συλλογή  διηγημάτων και  θεατρικών  κειμένων όπου κυριαρχεί ο μονόλογος με παραληρηματικό λόγο.
Τα θέματα του βιβλίου είναι το προσφυγικό, ο εθνικισμός, η ανεργία, η ευκαιριακή απασχόληση, η ενδοοικογενειακή βία, ο αυτισμός, ο παιδικός καρκίνος κ.ά.
Ο συγγραφέας με σαρκασμό επιχειρεί να αναδείξει τα θέματα και ο αναγνώστης να αναρωτηθεί τι κρύβεται μέσα στις λέξεις της γραφής..
Το κρυμμένο και υποσυνείδητο μήνυμα του κειμένου ο συγγραφέας το δίδει ως τεχνίτης του λόγου και η όποια εμβάθυνση γίνει ανήκει στον αναγνώστη. Αναδεικνύει προβλήματα και καταστάσεις ο συγγραφέας χωρίς να δίδει έτοιμες λύσεις (που θα ήταν και άστοχο).
Οι χαρακτήρες ακολουθούν το θεατρικό πρότυπο και οι συναισθηματικές μεταπτώσεις τους δίδουν  ρυθμό στο κείμενο. Τα θέματα που αγγίζει είναι σύγχρονα και άλυτα που όμως ο αναγνώστης γνωρίζει και έτσι με την σιγουριά του θεατρικού κειμένου (ως προς την δομή του) ο συγγραφέας πετυχαίνει το πέρασμα από την μια θεματική σε άλλη με επιτυχία. Από τα επτά κείμενα βρήκα εξαιρετικό το «Φυλλάδια αντί στεφάνων» και θα ευχόμουν να το δω ως παράσταση στο θέατρο!
Οι οικογενειακές σχέσεις, η ενδοοικογενειακή βία, οι ψυχικές συνέπειες στα θύματα, το διαζύγιο και το παιδί είναι κύρια θέματα στο «γαλάζια δακρυσμένη πλαστελίνη» και «ζεϊμπέκικη ορθογραφία». Επίσης η στάση των γονιών απέναντι σε ένα παιδί που ζει στο φάσμα του αυτισμού περιγράφεται στο «ιδρώνει η καρδιά μου». Ο συγγραφέας ως γνώστης του αντικειμένου μια και εργάζεται ως Ειδικός Παιδαγωγός μπόρεσε να γράψει κείμενα με επιτυχία.
Ακριβώς επειδή αυτά τα θέματα είναι δύσκολα και οι προβληματισμοί σύνθετοι κάνουν το βιβλίο επίκαιρο και αποτελεί μία ακτινογραφία της σύγχρονης κοινωνίας.
Ομολογώ όταν διάβασα το πρώτο κείμενο «Μην κλαις ρε Γοργόνα» που αναφέρεται σε πρόσφυγες σκέφτηκα τα λόγια της σπουδαίας μας Ρούλας Πατεράκη όπου σε μια συνέντευξή της τον Νοέμβριο του 2017 είχε πει
«…. το να γράψεις ή να βγεις στο θέατρο και να πεις έναν Μονόλογο για τους μετανάστες είναι γελοίο».
«….Όχι επειδή δεν μπορείς να το λύσεις. Επειδή, αφού είναι τόσο νωπό το πράγμα και έχει πέτσες και πληγές, δεν μπορείς να κάνεις κάτι. Το κάνεις, για να πουλήσεις ή επειδή νομίζεις ότι προσφέρεις. Αν θες να προσφέρεις, μπες στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα και πήγαινε στη Συρία, εκεί προσφέρεις. Αλλά το να γράψεις έναν μονόλογο, για να σε χειροκροτεί ο κόσμος, τι; Έλυσες το προσφυγικό; Ή δημιούργησες ένα συναισθηματικό πλαίσιο για το παιδάκι που πνίγηκε; Σε αυτήν την περίπτωση, γιατί να μην ανεβάσουμε έναν Brecht, κατάλαβες; Αυτό το θεωρώ θεμιτό, νόμιμο».
Όταν τελείωσα το διάβασμα του κειμένου με χαρά είδα ότι ο συγγραφέας κανέναν εντυπωσιασμό δεν έβγαλε, ούτε είχε ως στόχο κάποιο κίνητρο (άρα προπαγάνδα για το ζήτημα των προσφύγων). Με την δύναμη της γραφής  ανέσυρε «το τραύμα» της ζωής και της κοινωνίας στην Μεσόγειο με την ελπίδα να δοθεί ένα τέλος σε αυτόν τον εφιάλτη. Δεν ήθελε να αποσιωπήσει καταστάσεις και γεγονότα που όλοι μας συζητάμε και βιώνουμε. Είναι γεγονός ότι μερικές χιλιάδες κυνηγημένοι, πεινασμένοι και απελπισμένοι άνθρωποι παίζουν την ζωή τους για να καταφύγουν « στον δικό μας παράδεισο» και ζουν και πάλι σε μια κόλαση. Ελάχιστοι καταφέρνουν να ορθοποδήσουν σε μια Ευρώπη που δεν τους θέλει στην ουσία.
Γράφει ο συγγραφέας
«…Ένα τσούρμο ψυχές στ’ αμπάρια, Γοργόνα, γεμάτο το ‘χω. Ξέρεις τι κουβαλάνε απ’ την πατρίδα τους; Πατατάκια, ρε Γοργόνα. Σοκολάτες, τίποτα τσίχλες. Πέρσικες τσίχλες, Γοργόνα. Λένε στα μικρά τους πως πάνε εκδρομή. Δεν έχεις δει πατατάκια στο βυθό; Τι νομίζεις; Λες ν’ άνοιξε κάνα περίπτερο μεσοπέλαγα;» σελ 17
Χαίρομαι που οι συγγραφείς σήμερα τολμούν και επιλέγουν τέτοια δύσκολα θέματα γιατί με την γραφή τους παρακολουθούν την εποχή τους με ένα μάτι πιο ενεργητικό. Η λογοτεχνία οφείλει να μεγεθύνει τη φρίκη  με το μεγαλείο της. Και οι λέξεις είναι η δύναμη της.
«Δε δίνω λέξεις παρηγόρια…», που έγραφε και  ο Βάρναλης αλλά ο συγγραφέας με την φωνή του καταγράφει «το πρόβλημα», αναδεικνύει τον ιστό των κοινωνικών και προσωπικών προβλημάτων  με την ελπίδα να έχουμε  καλύτερες μέρες.

(πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό fractal)