Τρίτη 21 Ιανουαρίου 2020

Γοργόνα Βελβεντού

Κάτω είναι το σαλόνι, η κουζίνα, μια τουαλέτα, πάνω τα υπνοδωμάτια, ένα για τους γονείς, ένα για τα παιδιά. Δύο παιδιά, -κορίτσι, αγόρι- οκτώ και δέκα ετών. Το κορίτσι κλαίει γοερά για πράγματα ασήμαντα, το αγόρι κλαίει με διάρκεια και ρυθμό για πράγματα σημαντικά. Ωστόσο, για το θάνατο της μητέρας τους κανένα από τα δύο δεν έχει κλάψει.
Η μητέρα των παιδιών έφερε ύψος ένα εβδομήντα τρία και αρέσκετο να φορεί φούστα πλισέ, μάλλον προκλητική για τα μέρη του Βελβεντού. Είναι το ύψος γυναικός μιαν αμαρτία σε τούτα τα μέρη. 
Ο πατέρας δαπανούσε το χρόνο του είτε στο όργωμα ορισμένων υπογόνιμων εκτάσεων, είτε στη  θέαση ποδοσφαιρικών τηλεοπτικών συγκρούσεων, αι οποίαι ωστόσο του προκαλούσαν ελαφρύ εκνευρισμό. 
Είναι οι τόποι αυτοί συνηθισμένοι στη συντήρηση οικόσιτων φρούτων, τα οποία πρώτα αποφλοιώνουν, έπειτα τεμαχίζουν και τελικά στιβάζουν ασύστολα σε αιχμηρά κυλινδρικά τενεκεδάκια. Τούτο προκαλεί εις τους Βελβέντιους ελαφρύ εκνευρισμό, όπως και να το κάνουμε. 
Και όλοι οι Βελβεντινοί ελαφρώς εκνευρισμένοι βιώνουν μια καθημερινότητα αδιάσπαστη εις τους αιώνες, αναμένοντας ίσως κάποια ήπια διατάραξη της τιμής των καυσίμων, είτε  και κάποια πρώιμη μεταβολή της στάθμης παρακείμενου παραποτάμου. 
Η μητέρα των ανηλίκων ωστόσο δεν ήταν από τον τόπο. Η καταγωγή της έλκετο από την πόλη του Πειραία. Και είναι σίγουρο ότι η πλειοψηφία των Πειραιωτών δεν καλά καλά γνωρίζει ότι το Βελβεντό είναι τόπος και όχι αποκριάτικο φουρφούρι. 
Προτού χαθεί η μάνα, προτού γεννηθούνε τα παιδιά, προτού η αμόλυβδη αγγίξει το ευρώ, το ζευγάρι στέριωνε την αγάπη του. Και κάτι μάλλον δε στέριωνε καλά.  Και σ’ αγαπώ και μ’αγαπάς και κάτι τέτοια λέγανε, καθείς με τη δική του προφορά, και όνειρα έφτιαχναν τα οποία ωστόσο δεν απεδείχθησαν κοινά. 
 Όνειρο του πατέρα ήτο να παύσει να ονειρεύεται η γυναίκα του, της οποίας αναίτια δάκρυα και χαμόγελα του προκαλούσαν ελαφρύ εκνευρισμό, ίσως και ένα σφίξιμο στα δόντια.  Όνειρο της γυναίκας ήτο η θέαση ορισμένου λιμανιού, είναι ωστόσο τα λιμάνια δυσεύρετα στο Βελβεντό. Η γυνή αρκείτο σε καθημερινό ημίωρο ρεμβασμό παρά της πλησιέστερης όχθης του Αλιάκμονα, ενώ ο άνδρας κατανάλωνε δύο -ίσως και παραπάνω- κυτία με τσίχλες πετυχαίνοντας ορισμένη ανάπαυση της ζορισμένης γνάθου.  
Ο καιρός περνούσε, τα παιδιά γεννήθηκαν, η βενζίνη ακρίβυνε και όλοι ψιθύριζαν ότι εφέτο η στάθμη θα ανέλθει αιφνίδια. Και πράγματι τα νερά του ποταμού πήραν μιαν ανηφόρα γεγονός το οποίο περιόρισε τους ημίωρους ρεμβασμούς της υψηλής μητέρας η οποία και δαπανούσε πλέον την ημέρα της είτε διπλώνοντας είτε αποδιπλώνοντας ανήλικα καλτσάκια.    
Ο πατήρ -χαζός δεν ήταν- έκαμε υπολογισμούς ανάλογους και απαγόρευσε από τα τέκνα του την κάλτσια  ένδυση, ήλεγχε μάλιστα την ξυπολυσιά των ανηλίκων είτε πριν πάνε, είτε αφού έλθουν από το σχολείο. Ολιγότερες κάλτσες περισσότερη γυναίκα εθεωρούσε, ωστόσο τέτοιοι υπολογισμοί είναι μάλλον πρόσκαιροι και  μοχθηροί.
Επυκνώθησαν τα αναίτια δάκρυα της μητρός, η οποία πλέον τα άφηνε ανέγγιχτα κι ασκούπιστα την ώρα της μεσημεριανής σύναξης, συνήθισαν και τα ξυπόλυτα παιδιά την κλαίουσα μητέρα και ο πατήρ  - ωσάν να ήταν κωφός - ηύξησε την ένταση του τηλεοπτικού κυτίου. 
Ήτο ημέρα Κυριακή, η μήτηρ έκλαιγε ιδίως Κυριακές, όταν και κατέλαβε τον χαμηλό όροφο της οικίας  μιαν απευθείας μετάδοση Ά Εθνικής μεταξύ ΠΑΟΚ και Ολυμπιακού η οποία και ελάμβανε χώρα εις το “ Γεώργιος Καραϊσκάκης”. Λίγο το ηρωικό γήπεδο, λίγο η λιμανίσια ερυθρή ομάδα, λίγο τα συνθήματα των αντιδίκων οι οποίοι με πειθώ και φορτικότητα ισχυρίζοντο ανερυθρίαστα και εν χορώ “Γαμιέται ο Πειραιάς σας και το μουνί της Μάνας σας”  έ, η μάνα σκάλωσε.  
Και η γυνή απέβαλλε τα ρούχα και τα εσώρουχά της και ούσα ψηλή λευκή γυμνή, στάθηκε ενώπιον του τηλεοπτικού δέκτη άνευ λαλιάς, άνευ σπασμού, άνευ πλέον δακρύων. Είναι οι γυμνές γυναίκες ολίγο γοργόνες, ωστόσο είναι οι γοργόνες πλάσματα άγνωστα στο Βελβεντό. Και ήτο εξίσου ιδιόρρυθμη η στάση των ανηλίκων τέκνων τα οποία και - ωσάν να ήξευραν -  σιωπηλά σκυφτά άνευ της όποιας κάλτσας, ανήλθαν εις τον επάνω όροφο της οικίας γνέφοντας ελαφρύ αποχαιρετισμό προς τη γυμνή μητέρα η οποία ωστόσο δεν ανταπέδωσε το νεύμα, παρέμεινε γοργόνα. Ωστόσο νεύμα - έτοιμο από καιρό - έφτιαξε ο άνδρας της οικίας το οποίο και απηύθυνε όχι προς τη γυνή του, ούτε προς τα παιδιά του, αλλά στα παραθύρια του σπιτιού, ορθάνοιχτα από καιρό. 
Αίφνης επρόβαλλαν Βελβέντες και Βελβέντισες πέριξ της οικίας οι οποίοι/ες και επεδίωκαν μια θέση καλή στη γωνία είτε του ενός, είτε του άλλου παραθύρου. Και ήτο οι τσέπες τους γεμάτες μήλα σκληρά, ροδάκινα σκληρότερα τα οποία και εκτόξευαν στην μάνα-γυμνή-γοργόνα.  Και είναι μύθος και ψέμα μοχθηρό η αθανασία των γοργόνων. 

Παναγιώτης Γκούβερης


(Πρώτη δημοσίευση, περιοδικό Παρέμβαση Τεύχος 179, 2016)



Ai Weiwei, Swatter, 2012


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου